Οδυσσέας Ελύτης, ο ποιητής που αγάπησε την Ελλάδα και την ύμνησε όσο κανείς άλλος. Αν δεν ήμουν έλληνας δε θα ήμουν ποιητής, είπε ο ίδιος στον άλλον μεγάλο μας ποιητή, Σεφέρη. Και μ’ αυτά τα λόγια του φανερώνει την αγάπη του για την Ελλάδα, πηγή έμπνευσης και μούσα του.
Ο ποιητής του «Άξιον Εστί» μας προσφέρει μια ποίηση γεμάτη γλυκύτητα και ευαισθησία. Μας πλημμυρίζει με αινίγματα, μας ταξιδεύει σε ατμόσφαιρα μαγευτική, γεμάτη αισιοδοξία και φως. Και κάθε φορά που θαρρούμε ότι προσεγγίζουμε τον ποιητή, αυτός απομακρύνεται, κάθε φορά που νομίζουμε ότι τον κατανοούμε, συνειδητοποιούμε τελικά ότι κάτι κρύβει που δε θέλει να μας φανερώσει.
Μαγεία, συνδυασμός χρωμάτων και εικόνων, χορός λέξεων και αισθήσεων χαρακτηρίζουν την ποίησή του. ο ποιητής του Αιγαίου με μοναδικό τρόπο χρησιμοποιεί τα στοιχεία του φυσικού κόσμου για να εκφράσει συναισθήματα: χαρά, λύπη, συγκίνηση, θαυμασμό. Μια ζάλη η ποίησή του με κυβερνήτη τον ήλιο. Όταν μιλώ για τον ήλιο, στη γλώσσα μου μπερδεύεται ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο, αλλά δε μου είναι βολετό να σωπάσω, λέει ο ίδιος ο ποιητής. Μέσα από ένα χείμαρρο λέξεων κάνει την πραγματικότητα όνειρο και το όνειρο πραγματικότητα. Χρησιμοποιεί εικόνες που θαμπώνουν, που δεν είναι πιστή αντιγραφή της πραγματικότητας, αλλά ζωγραφισμένες με τη δική του φαντασία και αντίληψη για τον κόσμο. Μας προσφέρει μια ποίηση όμως δύσκολη, που λαχανιάζουμε να την πλησιάσουμε , αλλά αυτό που την κάνει ξεχωριστή, σταθμό της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Ο Οδυσσέας Ελύτης δημιουργεί ποιήματα έξω απ’ τους κανόνες. Η μουσικότητα των στίχων, δίνουν το ερέθισμα στους συνθέτες να τα κάνουν τραγούδια και να ταξιδεύουν στα χείλη μας με τη συνοδεία μαγευτικής μουσικής, γεμάτης λυρισμό και ευαισθησία. Τα λόγια δένουν με τις νότες και οδηγούν τις ψυχές μας σ’ ένα άλλο κόσμο, όπου τ’ όνειρο και ο έρωτας συμβασιλεύουν.
Η ποίηση δεν αλλάζει τον κόσμο γιατί ο κόσμος αλλάζει με πράξεις. Μπορεί όμως ν’ αλλάξει συνειδήσεις, είπε ο ίδιος ο ποιητής. Κι αυτό επιδιώκει να πετύχει αβίαστα και δημιουργικά, ν’ αφυπνίσει συνειδήσεις, να μιλήσει στις ψυχές μας.
Όσο η ζωή γίνεται δύσκολη και πεζή με το πέρασμα του χρόνου, στη ρουτίνα της καθημερινότητας, τόσα νιώθουμε την ανάγκη για μια ποίηση που θα μας παρασύρει στο όνειρο, στο χαμόγελο, στην ελπίδα. Την ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη.
Τα τζιτζίκια
Η Παναγιά το πέλαγο
Κρατούσε στην ποδιά της
Τη Σίκινο την Αμοργό
Και τ’ άλλα τα παιδιά της
Από την άκρη του καιρού
Και πίσω απ’ τους χειμώνες
Άκουγα σφύριζε η μπουρού
Κι έβγαιναν οι Γοργόνες
Κι εγώ μέσα στους αχινούς
Στις γούβες στ’ αρμιρίκια
Σαν τους παλιούς θαλασσινούς
Ρωτούσα τα τζιτζίκια
- Εσείς τζιτζίκια μου άγγελοι
Γεια σας κι ή ώρα η καλή
Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει
Κι όλ’ αποκρίνονται μαζί:
- Ζει, ζει, ζει, ζει, ζει, ζει, ζει, ζει